Μάθημα : ΥΛΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Α' ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ:

Κωδικός : 0101015282

0101015282  -  ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΘΕΟΔΩΡΙΔΟΥ ΠΕ08

Γλωσσάριο

Ορισμός

κόμη (κομμώ, κόμμωση) – κώμη (κωμόπολη) – κόμμι (γόμμα) Καταχωρήθηκε στο Λεξιλογικά αρχ. κόμη «μαλλιά»: αρχ. κομῶ «περιποιούμαι» (πβ. γηροκομώ, νοσοκόμος κ.‌λπ.) > αρχ. κομμώ (η) «η ιέρεια που φρόντιζε το άγαλμα τής θεάς Aθηνάς στον Παρθενώνα» (τα δύο -μ- οφείλονται σε εκφραστικό διπλασιασμό) > κομμῶ «καλλωπίζω, περιποιούμαι (τα μαλλιά)» με παράγωγα κόμμωση, κομμώτρια, κομμωτήριο κ.ά. Σήμερα το κόμη σώζεται μόνο σε αρχαιοπρεπείς εκφράσεις («Τρέφει πλουσία κόμη»).

Κατηγορία

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες

URL

https://www.babiniotis.gr/lexilogika/leksilogika-2/442-komi-kommo-kommosi-komi-komopoli-kommi-gomma

Σχόλια

Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες