Μάθημα : AΡXAIA ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ A1 ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Κωδικός : G1191149

G1191149  -  ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΝΑΣΙΟΥΛΑ

Ενότητες - ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΟΤΙΚΗ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΟΤΙΚΗ

Πηγήhttps://www.facebook.com/orthografiakaiorthoepeia/posts/924203004276123/

H δοτική στη νεοελληνική γλώσσα

Η δοτική πτώση, κατάλοιπο από την αρχαία και τη λόγια γλωσσική μας παράδοση, χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον σε στερεότυπες εκφράσεις, όπως οι ακόλουθες:

- αιτία ( θανάτου, δωρεάς = λόγω, εξαιτίας).

- άμα τη ( αφίξη, εμφανίση του, της, των κτλ.).

- ανωτέρα βία ( = λόγω ανωτέρας βίας, από απροσδόκητο γεγονός (που ξεφεύγει από τον έλεγχό μας).

- αστυνομική συνοδεία.

- βάσει ( του, της, των κλπ. = σύμφωνα με).

- γνωστόν τοις πάσι [ = σε όλους γνωστό, πασίγνωστο (πας, παντός, παντί, πάντα, πας, πάντες, πάντων, πάσι, πάντας, πάντες)].

- δημοσία δαπάνη ( = με έξοδα του κράτους).

- δόξα τω Θεώ.

- δυνάμει ( του, της, των κλπ. = σύμφωνα με).

- δυνάμει + όνομα ( = δυνητικά κάτι).

- ειρήσθω εν παρόδω ( = σε παρένθεση, παρενθετικά).

- έκαστος εφ΄ ω ετάχθη [ = Ο καθένας (εκεί όπου παρατάχθηκε) πρέπει να κάνει αυτό που ανέλαβε (ή αυτό που έχει χρέος να κάνει)].

- ελαφρά τη ( καρδία, συνειδήσει).

- ελέω ( του, της, των κτλ = χάρη σε).

- ελλείψει.

- εν + δοτική ( αγνοία, αδίκω, αμύνη, αμφιβόλω, ανάγκη, αναμονή, αφθονία, αντιθέσει, απαρτία, αποστρατεία, βρασμώ, γένει, γνώσει, διαστάσει, διωγμώ, δράσει, είδει, ελλείψει, λευκώ, συνεχεία, κτλ).

- εν ευθέτω χρόνω [ = (σε εύθετο χρόνο) = σε κατάλληλο χρόνο, αργότερα].

- εν τη ρύμη του λόγου [ = (στη ροή του λόγου) = πάνω στη φόρα της κουβέντας].

- ενώπιος ενωπίω ( = πρόσωπο με πρόσωπο)

- επί + δοτική ( αποδείξη, πιστώσει, τη ευκαιρία κτλ).

- θέσει ( = λόγω της θέσης του)

- ιδία ( = βουλήσει, δαπάνη, δυνάμει, ευθύνη, πρωτοβουλία, υπαιτιότητι).

- ιδίοις ( = εξόδοις, αναλώμασι, όμμασι).

- καλή τη πίστει.

- λόγω ( = του, της, των κτλ.= εξαιτίας του, της, των κτλ.).

- λόγω τιμής.

- μέσω ( του,της, των κτλ).

- παρά + δοτική ( Αρείω Πάγω, τω Πρωθυπουργώ).

- πάση ( δυνάμη, θυσία).

- πέζη ( = πεζός, πεζή, πεζό, πεζοί).

- πόσω μάλλον.

- τοις (εκατό, μετρητοίς).

- τύποις ( = τυπικά).

- τυφλοίς όμμασι ( = με κλειστά μάτια, μεταφορικά με απόλυτη εμπιστοσύνη).

- τωόντι ( = πράγματι).

- φύσει ( = αδύνατο).

- φυσικώ τω λόγω ( = καθώς είναι φυσικό)

 

Ακόμη περισσότερες φράσεις με τις επεξηγήσεις τους από τον κ. Βαλεοντή στην ΕΛΕΤΟ:

 

http://www.eleto.gr/download/Orogramma/Dotikes_KValeontis.pdf?fbclid=IwAR3h3pdrp7g997tcC9pQ7Vilq4O6Y9qqwatOk-qIB5lsjXbEWqUZcOToJ9Q