μία πρακτική πρόληψης και επίλυσης της ενδοσχολικής βίας.
μία πρακτική πρόληψης και επίλυσης της ενδοσχολικής βίας.
μία πρακτική πρόληψης και επίλυσης της ενδοσχολικής βίας.
Η Σχολική Διαμεσολάβηση είναι μία πρακτική επίλυσης των σχολικών συγκρούσεων και εφαρμόζεται με το διάλογο, την ενσυναίσθηση και την ενεργητική ακρόαση. Αποτελεί μία μορφή ειρηνικής επίλυσης επιθετικών συμπεριφορών, η οποία οργανώνεται και εφαρμόζεται εντός του σχολικού πλαισίου, ως εναλλακτική πρακτική που αντικαθιστά το πειθαρχικό σύστημα τιμωρίας.
Μία ομάδα μαθητριών και μαθητών εκπαιδεύεται και λειτουργούν ως διαμεσολαβήτριες και διαμεσολαβητές.
Εφαρμόζεται διδάσκοντας τεχνικές διαπραγμάτευσης, συνεργατικής επίλυσης προβλημάτων και αυτοδυνάμωσης των εμπλεκομένων.
Η εφαρμογή ενός αποτελεσματικού προγράμματος σχολικής διαμεσολάβησης στηρίζεται σε τρία βασικά στοιχεία:
α) ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης στη διαμεσολάβηση
β) μία ομάδα διαμεσολαβητριών, διαμεσολαβητών που να είναι αντιπροσωπευτική του σχολικού πληθυσμού (φύλο, ηλικία, εθνότητα, σχολική επίδοση) και
γ) τη μέγιστη δυνατή υποστήριξη από το προσωπικό του σχολείου.
Στη σχολική διαμεσολάβηση:
οι μαθήτριες και οι μαθητές συζητούν ανοιχτά χωρίς να δέχονται κριτική ερμηνεία από τους διαμεσολαβητές,
εκφράζουν τα συναισθήματά τους, τις ανάγκες τους και διερευνούν από κοινού τρόπους επίλυσης των προβλημάτων τους.
Μαθητές και μαθήτριες που παρακινούνται να προτείνουν αλλαγές στο σχολείο, στον τρόπο διδασκαλίας και στις σχέσεις εκπαιδευτικών μαζί τους.
Η σχολική διαμεσολάβηση έχει θεαματικά αποτελέσματα ως προς την μείωση της ενδοσχολικής βίας , την ένταση, τη συχνότητα και τη διάρκειά της, επειδή παρέχει ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟ στα παιδιά να μιλήσουν και κυρίως να ακουστούν.
Στις συναντήσεις των διαμεσολαβήσεων, οι οποίες γίνονται εντός σχολικού ωραρίου, σε συγκεκριμένο προκαθορισμένο χώρο όπου έχουν πρόσβαση μόνο η ομάδα της διαμεσολάβησης, και οι δύο πλευρές επικοινωνούν με έναν πρωτόγνωρο πολλές φορές τρόπο, γιατί καλούνται να εκφράσουν με σαφήνεια και ακρίβεια τα συναισθήματά τους και τις ανάγκες τους.
Οι 4 βασικές ερωτήσεις που καλούνται να διερευνηθούν είναι:
τι συνέβη, πως νιώθεις για αυτό, τι θα ήθελες να γίνει και τι πιστεύεις ότι πραγματικά μπορεί να γίνει;
Τις/τους διατίθεται χρόνος, χώρος και κυρίως ενεργητική ακρόαση.
Μέσω της εμπιστοσύνης, της ενδυνάμωσης και τις ερωτήσεις των διαμεσολαβητριών/διαμεσολαβητών, αναδύονται απαντήσεις που δίνουν οι ίδιοι οι διαμεσολαβούμενοι στον εαυτό τους και έτσι είναι πιο συνεπείς στην τήρηση των όρων που συναποφασίζουν ώστε να μην επαναληφθεί ο εκφοβισμός.
Η ομάδα της διαμεσολάβησης επικεντρώνεται στα κοινά σημεία των δύο πλευρών, αναζητούνται πιθανές λύσεις από κοινού και συμφωνούν γραπτά στη λύση που αποφασίζουν και δεσμεύονται στη διατήρησή της.
Επιπλέον, συμφωνούν σε μία μελλοντική συνάντηση ανατροφοδότησης και διερεύνησης για να συζητήσουν αν και πως επαναλήφθηκε κάποιο περιστατικό βίας ανάμεσά τους ή με άλλες/άλλους.
Τα 4 κύρια βήματα της σχολικής διαμεσολάβησης είναι: