Παρουσίαση/Προβολή

Μουσικό Σύνολο Αστικής Λαϊκής Μουσικής
(1508015163) - Παντελής Μαυροκεφαλίδης - Απόστολος Λαμπρόπουλος
Περιγραφή Μαθήματος
Μάνος Χατζιδάκις
Μίκης Θεοδωράκης
Μίμης Πλέσσας
Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1925 στη Ξάνθη. Έφυγε από τη ζωή στις 15 Ιουνίου 1994, Αθήνα.Ήταν κορυφαίος Έλληνας συνθέτης, ποιητής, τραγουδοποιός, μαέστρος και πιανίστας. Θεωρείται ο πρώτος που συνέδεσε μεταπολεμικά, με το θεωρητικό και συνθετικό έργο του, τη λόγια μουσική με τη λαϊκή μουσική παράδοση. Πολλά από τα εκατοντάδες έργα του αναγνωρίζονται σήμερα ως κλασικά.
Το 1960, του απονεμήθηκε το βραβείο Όσκαρ "Kαλύτερου Πρωτότυπου Τραγουδιού" για το τραγούδι "τα παιδιά του Πειραιά" από την ταινία "Ποτέ την Κυριακή" του σκηνοθέτη Ζυλ Ντασέν.
Γεννήθηκε στην Ξάνθη και ήταν γιος του δικηγόρου Γεωργίου Χατζηδάκη από την Μύρθιο Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης και της Αλίκης Αρβανιτίδου από την Αδριανούπολη της Ανατολικής Θράκης. Η οικογένεια ζούσε στην Ξάνθη διότι ο πατέρας Χατζηδάκης εργαζόταν ως νομικός σύμβουλος σε ανθούσες, στις αρχές του 20ού αιώνα, καπνικές εταιρείες της περιοχής.
Το σπίτι όπου πέρασε τα πρώτα παιδικά του χρόνια ο Μάνος Χατζιδάκις, χτισμένο στα τέλη του 19ου αιώνα με νεοκλασικιστικά στοιχεία και λίγο μπαρόκ, είναι πλέον χαρακτηρισμένο ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο.[11]
Η μουσική του εκπαίδευση ξεκίνησε σε ηλικία τεσσάρων ετών και περιλάμβανε μαθήματα πιάνου από την αρμενικής καταγωγής πιανίστρια Άννα Αλτουνιάν. Παράλληλα εξασκούνταν στο βιολί και στο ακορντεόν.[εκκρεμεί παραπομπή]
Ο Χατζιδάκις εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα με τη μητέρα του και την αδελφή του Μιράντα το 1932, έπειτα από το χωρισμό των γονέων του, οι οποίοι όμως δεν πήραν διαζύγιο. Το 1938 ο πατέρας του σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα, γεγονός που σε συνδυασμό, αργότερα, με την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου επέφερε μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες στην οικογένεια. Ο νεαρός Χατζιδάκις εργάστηκε για βιοπορισμό ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, υπάλληλος στο φωτογραφείο του Μεγαλοκονόμου και βοηθός νοσοκόμος στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο.
Το σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι στην οδό Κωνσταντίνου Μάνου 3 στο Παγκράτι όπου ο μουσικοσυνθέτης έζησε την πρώτη δημιουργική περίοδο της ζωής του, από το 1936 έως το 1962. Το 2019 ο δήμος Αθηναίων μετονόμασε τον δρόμο σε οδό Μάνου Χατζιδάκι.
Παράλληλα επέκτεινε τις μουσικές του γνώσεις κάνοντας ιδιαίτερα θεωρητικά μαθήματα με τον Μενέλαο Παλλάντιο την περίοδο 1940-1943, ενώ παρακολούθησε ως ακροατής μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Δεν ολοκλήρωσε ποτέ οποιεσδήποτε σπουδές.
Την ίδια περίοδο συνδέθηκε με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους, ηλικιακά μεγαλύτερους από αυτόν, μεταξύ των οποίων ήταν οι ποιητές Νίκος Γκάτσος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Άγγελος Σικελιανός και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης.
Κατά την τελευταία περίοδο της Κατοχής συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές της Ε.Π.Ο.Ν., όπου γνώρισε τον Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίον σύντομα ανέπτυξε ισχυρή φιλία.
Ο Μίκης Θεοδωράκης, Κρητικός στην καταγωγή, γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου 1925 στη Χίο και απεβίωσε 2 σεπτεμβρίου 2021 στην Αθήνα.
Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε σε διάφορες πόλεις της ελληνικής επαρχίας όπως στη Μυτιλήνη, Γιάννενα, Κεφαλονιά, Πύργο, Πάτρα και κυρίως στην Τρίπολη.
Από τότε φάνηκε καθαρά, ότι η ζωή του θα μοιραζόταν ανάμεσα στη μουσική και στον αγώνα για τον “Άνθρωπο”.
Στην Τρίπολη, μόλις 17 ετών, δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του Κασσιανή και παίρνει μέρος στην αντίσταση κατά των κατακτητών. Στη μεγάλη διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς και βασανίζεται.
Διαφεύγει στην Αθήνα, όπου οργανώνεται στο ΕΑΜ και αγωνίζεται κατά των Γερμανών κατακτητών. Συγχρόνως σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητή τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη. Μετά την απελευθέρωση ξεσπά ο εμφύλιος.
Ο Θεοδωράκης λόγω των προοδευτικών του ιδεών καταδιώκεται από τις αστυνομικές αρχές. Για ένα διάστημα ζει παράνομος στην Αθήνα χωρίς να σταματήσει την επαναστατική του δράση. Τελικά συλλαμβάνεται και στέλνεται εξορία στην αρχή στην Ικαρία και στη συνέχεια στο επονομαζόμενο στρατόπεδο θανάτου, τη Μακρόνησο. Τελικά αποφοιτά από το Ωδείο το 1950 με δίπλωμα στην αρμονία, αντίστιξη και φούγκα.
Το 1954 πηγαίνει με υποτροφία στο Παρίσι, όπου εγγράφεται στο Conservatoire και σπουδάζει μουσική ανάλυση με τον Olivier Messiaen και διεύθυνση ορχήστρας με τον Eugène Bigot.
Η περίοδος 1954-1960 είναι μια εποχή έντονης δραστηριότητας για τον Θεοδωράκη στο χώρο της Ευρωπαϊκής μουσικής. Συνθέτει μουσική για το μπαλέτο της Ludmila Tcherina, το Covent Garden, Stuttgart Ballet και επίσης για τον κινηματογράφο.
Το 1957 του απονέμεται το πρώτο βραβείο του Φεστιβάλ της Μόσχας από τον Schostakovitch για το έργο του, Suite No 1 για πιάνο και ορχήστρα.
Συγχρόνως συνθέτει πολλά έργα συμφωνικής μουσικής και μουσικής δωματίου.
Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα. Έχει ήδη μελοποιήσει τον Επιτάφιο του Γιάννη Ρίτσου, που σηματοδοτεί την “στροφή” του προς το λαϊκό τραγούδι. Συνθέτει δεκάδες κύκλους τραγουδιών που βρίσκουν βαθύτατη απήχηση μέσα στον ελληνικό λαό.
Ιδρύει την Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και δίνει πολλές συναυλίες σ΄ όλη την Ελλάδα προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με τα αριστουργήματα της συμφωνικής μουσικής.
Το 1963 μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη ιδρύεται η “Νεολαία Λαμπράκη”, της οποίας εκλέγεται Πρόεδρος. Την ίδια εποχή εκλέγεται Βουλευτής της ΕΔΑ.
Την 21η Απριλίου του 1967 περνά στην παρανομία και απευθύνει την πρώτη έκκληση για Αντίσταση κατά της Δικτατορίας στις 23 Απριλίου. Τον Μάιο του 1967 ιδρύει μαζί με άλλους την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση κατά της Δικτατορίας, το ΠΑΜ και εκλέγεται πρόεδρός του.
Συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967. Μπουμπουλίνας, απομόνωση, φυλακές Αβέρωφ, η μεγάλη απεργία πείνας, νοσοκομείο, αποφυλάκιση και κατ΄ οίκον περιορισμός, εκτόπιση με την οικογένεια στη Ζάτουνα Αρκαδίας, στρατόπεδο Ωρωπού. ΄Όλο αυτό το διάστημα συνθέτει συνεχώς. Πολλές από τα καινούρια έργα κατορθώνει με διάφορους τρόπους να τα στέλνει στο εξωτερικό, όπου τραγουδιούνται από τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη.
Στον Ωρωπό η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται επικίνδυνα. Στο εξωτερικό ξεσηκώνεται θύελλα διαμαρτυριών. Προσωπικότητες, όπως ο Δημήτρης Σοστάκοβιτς, Arthur Miller, Laurence Olivier, Yves Montand κ.λ.π. δημιουργούν επιτροπές για την απελευθέρωσή του. Τελικά υπό την πίεση αυτή αποφυλακίζεται και βρίσκεται στο Παρίσι τον Απρίλιο του 1970.
Στο εξωτερικό αφιερώνει όλο το χρόνο του σε περιοδείες σ’ όλο τον κόσμο με συναυλίες, συναντήσεις με αρχηγούς κρατών και προσωπικότητες, συνεντεύξεις, δηλώσεις για την πτώση της δικτατορίας και την επαναφορά της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Οι συναυλίες του γίνονται βήμα διαμαρτυρίας και διεκδίκησης και για τους άλλους λαούς που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα: Ισπανούς, Πορτογάλους, Ιρανούς, Κούρδους, Τούρκους, Χιλιανούς, Παλαιστίνιους.
Γιατί πεποίθησή του ήταν πάντα, ότι η δημοκρατία και η ελευθερία είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την εδραίωση της ειρήνης. Γιατί ο πόλεμος αποφεύγεται μόνο από ανθρώπους ελεύθερους, που μπορούν να ρυθμίσουν οι ίδιοι τις τύχες τους.
Το 1972 επισκέπτεται το Ισραήλ δίνοντας συναυλίες. Συναντάται με τον τότε Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Αλόν, που του ζητά να μεταφέρει μήνυμα στον Αραφάτ. Πραγματικά αμέσως μετά συναντάται με τον Αραφάτ, στον οποίο επιδίδει το μήνυμα της Ισραηλινής Κυβέρνησης και προσπαθεί να τον πείσει να αρχίσει συζητήσεις με την άλλη πλευρά. Από τότε συνέβη πολλές φορές να παίξει τον ρόλο του άτυπου πρεσβευτή μεταξύ των δύο πλευρών.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι το 1994 γιορτάσθηκε πανηγυρικά στο ΄Όσλο η υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων παρουσία των Πέρες και Αραφάτ με την παρουσίαση του Μαουτχάουζεν που στο μεταξύ έχει γίνει “εθνικό τραγούδι” του Ισραήλ και του Ύμνου για την Παλαιστίνη που έγραψε ο Θεοδωράκης, ως αναγνώριση και της δικής του συμβολής στην υπόθεση της ειρήνης στην περιοχή αυτή.
Επισκέπτεται επίσης την Αλγερία, Αίγυπτο, Τύνιδα, Λίβανο και Συρία προσπαθώντας να ενισχύσει τον διάλογο μεταξύ αντιμαχομένων πλευρών.
Το 1974 με την πτώση της Δικτατορίας γυρίζει στην Ελλάδα. Συνθέτει πάντα μουσική. Δίνει πολλές συναυλίες τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Παράλληλα συμμετέχει στα κοινά είτε ως απλός πολίτης, είτε ως βουλευτής [1981-86 (παραίτηση) και 1989-92 (παραίτηση)] είτε ως Υπουργός Επικρατείας [1990-92 (παραίτηση)].
Το 1976 ιδρύει το Κίνημα ¨Πολιτισμός της Ειρήνης¨ και δίνει διαλέξεις και συναυλίες σ΄ όλη την Ελλάδα.
Το 1983 του απονέμεται το βραβείο Λένιν για την Ειρήνη.
Το 1986 γίνεται πραγματικότητα κάτι που από το 1970 ακόμα έχει υποστηρίξει σε συνεντεύξεις του: η δημιουργία επιτροπών ελληνοτουρκικής φιλίας στην Ελλάδα με πρόεδρο τον ίδιο και στην Τουρκία με τη συμμετοχή γνωστών πνευματικών ανθρώπων όπως ο Αζίζ Νεσίν, ο Γιασέρ Κεμάλ και ο Ζουλφύ Λιβανελί.
Ο Θεοδωράκης δίνει πολλές συναυλίες στην Τουρκία, που τις παρακολουθούν κυρίως νέοι με συνθήματα υπέρ της φιλίας μεταξύ των δύο λαών.
Αργότερα παίζει και πάλι το ρόλο του άτυπου πρεσβευτή ειρήνης, μεταφέροντας μηνύματα των Ελλήνων πρωθυπουργών, του Α. Παπανδρέου και του Κ. Μητσοτάκη προς την τουρκική κυβέρνηση.
Επίσης το 1986 (μετά την καταστροφή στο Τσερνομπίλ) πραγματοποιεί μεγάλη περιοδεία με συναυλίες σ΄ όλη την Ευρώπη κατά της ατομικής ενέργειας.
Το 1988 διοργανώνονται με δική του πρωτοβουλία δύο συνέδρια για την ειρήνη στο Tübingen και στην Κολωνία. Συμμετέχουν πολιτικοί όπως ο Όσκαρ Λαφονταιν και ο Johannes Rau, φιλόσοφοι όπως ο Dürrenmatt, συγγραφείς, πολιτειολόγοι και καλλιτέχνες.
Εκεί έχει την ευκαιρία να αναπτύξει τη θεωρία του για τον ελεύθερο χρόνο και τη σημασία του στη διαμόρφωση ελεύθερων ανθρώπων.
Το 1990 δίνει 36 συναυλίες σ΄ ολη την Ευρώπη υπό την αιγίδα της Διεθνούς Αμνηστείας. Συνεχίζει δίνοντας συναυλίες για την ηλιακή ενέργεια (υπό την αιγίδα της Εurosolar), κατά του αναλφαβητισμού, κατά των ναρκωτικών κ.λ.π.
Παράλληλα αγωνίζεται και για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε άλλες χώρες και κυρίως στις γειτονικές Αλβανία (που την επισκέπτεται και ως Υπουργός για τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας) και Τουρκία. Ως πρόεδρος Διεθνούς Επιτροπής στο Παρίσι καταβάλλει προσπάθειες για την απελευθέρωση των τούρκων ηγετών της αντιπολίτευσης Κουτλού και Σαργκίν που τελικά επιτυγχάνουν.
Προτείνει τη διοργάνωση Πανευρωπαϊκού Συνεδρίου Ειρήνης στους Δελφούς και υποβάλλει στην κυβέρνηση σχέδιο για μια “Ολυμπιάδα του Πνεύματος”.
Ιδρύει επιτροπή συμπαράστασης και βοήθειας προς τον Κουρδικό λαό.
Το 1993 αναλαμβάνει Γενικός Διευθυντής Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ, όμως παραιτείται τον επόμενο χρόνο.
Σε περιοδεία του στην Αμερική και τον Καναδά το 1994 για την ενίσχυση Πολιτιστικού κέντρου των ομογενών, η Σύγκλητος του Québec υποδέχεται με ομόφωνο ψήφισμά της, με το οποίο τον τιμά για την προσφορά του στον πολιτισμό και τους αγώνες του για τον Ανθρωπο.
Τα επόμενα χρόνια παρουσιάζονται οι όπερές του “Ηλέκτρα” (1995) και “Αντιγόνη” (1999) ενώ παράλληλα αναπτύσσει μεγάλη δραστηριότητα στο εξωτερικό (Ευρώπη, Νότια Αφρική, Αμερική) και παίρνει δυναμικά θέση σε όλα τα σημαντικά γεγονότα της εποχής (ελληνοτουρκική φιλία, σεισμοί, βομβαρδισμοί στην Γιουγκοσλαβία, υπόθεση Οτσαλάν, πόλεμος στο Αφγανιστάν, πόλεμος στο Ιράκ κ.λπ.).
Το 2000 είναι υποψήφιος για το Νόμπελ Ειρήνης. Σύσσωμη η πολιτική και η πνευματική ηγεσία Ελλάδας και Κύπρου στηρίζει την υποψηφιότητα, ενώ στη Νορβηγία, στα γραφεία της Επιτροπής για το Νόμπελ φθάνουν συνεχώς επιστολές από όλα τα μέρη του κόσμου από προσωπικότητες, φορείς και απλούς ανθρώπους.
Το 2002 παρουσιάζεται η όπερά του “Λυσιστράτη”, ένας αληθινός ύμνος στην Ειρήνη.
Ο Μίκης Θεοδωράκης έγραψε όλα τα είδη της μουσικής: όπερες, συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου, ορατόρια, μπαλέτα, χορωδιακή εκκλησιαστική μουσική, μουσική για αρχαίο δράμα, για θέατρο, για κινηματογράφο, έντεχνο λαϊκό τραγούδι, μετασυμφωνικά έργα.
Ο Μίμης Πλέσσας υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους και πολυγραφότερους έλληνες μουσικοσυνθέτες, που κινήθηκε με άνεση από την τζαζ και την ελαφρά μουσική ως το έντεχνο λαϊκό τραγούδι και τις μεγάλες μουσικές φόρμες.
Ο Μίμης Πλέσσας γεννήθηκε στην Αθήνα στις 12 Οκτωβρίου 1924 από ζακυνθινό πατέρα και μικρασιάτισσα μητέρα. Μεγαλωμένος σε εύπορη και μουσικόφιλη οικογένεια, έμαθε πιάνο και στα 15 του ήταν σολίστ στην ορχήστρα ελαφράς μουσικής της Ελληνικής Ραδιοφωνίας. Η οικογένειά του δοκιμάστηκε στα χρόνια της Κατοχής και ο ίδιος έπαιζε σε καμπαρέ κι έκανε ιδιαίτερα μαθήματα.
Σπούδασε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών κι έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Χημεία στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’50, όπου βρέθηκε για εντελώς άσχετους λόγους. Εκεί διακρίθηκε και για τις μουσικές του επιδόσεις παίζοντας με σπουδαίους τζαζίστες, όπως ο Ντίζι Γκιλέσπι, ο Κόλμαν Χόκινς, ο Λέστερ Γιανγκ και ο Χάρι Τζέιμς. Ενασχόληση με την ελαφρά μουσική
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα αποφάσισε ν’ αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη μουσική. Η πρώτη του μουσική περίοδος χαρακτηρίζεται από την ενασχόλησή του με την ελαφρά μουσική, την οποία εμπλούτισε τόσο με ελληνικά στοιχεία όσο και ξένες επιρροές. Έγραψε τραγούδια και μουσική για το θέατρο και τον κινηματογράφο, συμμετείχε σε εγχώρια και διεθνή φεστιβάλ μουσικής. Χαρακτηριστικά τραγούδια εκείνης της εποχής ήταν τα: «Με τον έρωτα παρέα», «Πόσο λίγο μ' αγαπούσες», «Ποιος το ξέρει», «Αστέρι, αστεράκι» και «Οι θαλασσιές οι χάντρες».
Η συνεργασία με τον Γιάννη Δαλιανίδη
Η δεκαετία του 1960 σημαδεύτηκε από τη συνεργασία του με τον Γιάννη Δαλιανίδη σε μία σειρά από από κινηματογραφικά μιούζικαλ («Μερικοί το προτιμούν καυτό», «Οι θαλασσιές οι χάντρες», «Γοργόνες και Μάγκες», «Μια κυρία στα μπουζούκια», «Κορίτσια για φίλημα» κ.ά.), που σημείωσαν μεγάλη επιτυχία και σημειώνουν μέχρι σήμερα από τις προβολές τους στη μικρή οθόνη.
Στα τέλη αυτής δεκαετίας, ο Μίμης Πλέσσας στράφηκε προς το έντεχνο λαϊκό τραγούδι. Ο δίσκος του «Ο Δρόμος», που κυκλοφόρησε το 1969 σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου, σημείωσε μεγάλη εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία. Με τραγούδια, όπως τα «Ξημερώνει Κυριακή», «Έπεφτε βαθιά σιωπή», «Γέλαγε η Μαρία» και «Το Άγαλμα», κατέχει περίοπτη θέση στην ελληνική δισκογραφία. Με πωλήσεις που ξεπέρασαν τις 50.000 αντίτυπα ήταν ο πρώτος εγχώριος χρυσός δίσκος.
Οι συνεργασίες με σπουδαίους ερμηνευτές
Ο Μίμης Πλέσσας στη μακρόχρονη διαδρομή του ανακάλυψε ή καθιέρωσε με τα τραγούδια του πολλούς γνωστούς τραγουδιστές και ηθοποιούς, όπως τη Ζωή Κουρούκλη, τη Νανά Μούσχουρη, την Τζένη Βάνου, τη Γιοβάννα, τη Μαρινέλλα, τη Ρένα Κουμιώτη, τον Γιάννη Βογιατζή, τον Φώτη Δήμα, τον Γιάννη Πουλόπουλο, τον Τόλη Βοσκόπουλο, τον Στράτο Διονυσίου κ.ά.
Εκτός από τραγούδια, έγραψε έργα για μεγάλες μουσικές φόρμες, όπως τη λαϊκή όπερα «Ζευς», σε λιμπρέτο Γιάννη Καλαμίτση και το ορατόριο «Κοσμάς ο Αιτωλός, ο Άγιος των σκλάβων» σε λιμπρέτο του Ιάκωβου Αυλητή.
Τον Ιανουάριο του 2001 ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, τον τίμησε με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα για την προσφορά του στον πολιτισμό.
Στις 7 Ιουνίου 2024, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου τίμησε τον Μίμη Πλέσσα με το παράσημο του Ανώτερου Ταξιάρχη του Τάγματος της Τιμής. Απευθυνόμενη στον σπουδαίο έλληνα μουσικοσυνθέτη έκανε λόγο για έναν «συνθέτη, διευθυντή ορχήστρας και πιανίστα, με διεθνείς διακρίσεις, πρωτοπόρο της τζαζ μουσικής έκφρασης στην Ελλάδα σε μία εποχή που το είδος αντιμετωπιζόταν με επιφύλαξη στη χώρα μας, έχει διανύσει μια λαμπρή πορεία στο τραγούδι, μεταγγίζοντας το ρηξικέλευθο, τολμηρό πνεύμα του σε εξαιρετικές επιτυχίες που έγιναν κλασικές. Πολυγραφότατος συνθέτης για το θέατρο και τον κινηματογράφο, ιδρυτής της ορχήστρας του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας το 1957, βραβευμένος σε πολυάριθμα ελληνικά και ξένα φεστιβάλ, πειραματίστηκε με όλα τα μουσικά είδη, διέπρεψε σε διεθνείς διοργανώσεις, τιμήθηκε επανειλημμένα από την πολιτεία και παραμένει ένας ακάματος δημιουργός, πάντοτε στις επάλξεις. Με το παράσημο αυτό, τιμάμε μια προσωπικότητα της ελληνικής μουσικής, που αναγνωρίστηκε και αγαπήθηκε όσο λίγες».
Ο Μίμης Πλέσσας πέθανε στην Αθήνα στις 5 Οκτωβρίου 2024, λίγες ημέρες προτού συμπληρώσει έναν αιώνα ζωής. Ήταν νυμφευμένος με τη Λουκίλα Καρρέρ, με την οποία απέκτησε μία κόρη, την Ελεάνα (γ. 1998). Γιος του από τον δεύτερο γάμο του είναι ο μουσικοσυνθέτης Αντώνης Πλέσσας (γ. 1959).
Ημερομηνία δημιουργίας
Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022
-
Δεν υπάρχει περίγραμμα